Αγκαλιάζοντας τον άλλον όπου κι αν είναι, όπως κι αν είναι

Σήμερα το πρωί ξύπνησα με όρεξη να τηρήσω το πρόγραμμά μου. Εδώ και αρκετές μέρες είχα βγει απ’ αυτό, λόγω ασθενειών και διαφόρων άλλων θεμάτων που δε με άφηναν να προχωρήσω τις δουλειές μου και να μείνω μέσα στα κουτάκια μου όμορφα κι ωραία.

Είχα φτιάξει τον καφέ μου, είχα και το λουλουδάκι μου στο βάζο παρέα με τις αγαπημένες μου ξύλινες σβούρες, κι εκεί που ετοιμαζόμουν να ανοίξω υπολογιστή και να αρχίσω επιτέλους να δουλεύω αυτά που θέλω, μου λέει ο άντρας μου ότι κάτι σημαντικό προέκυψε και πρέπει να αλλάξω το πρόγραμμα της ημέρας μου, για λίγο.

Αγκαλιάζοντας τον άλλον όπου κι αν είναι, όπως κι αν είναι

Και όπως μου το λέει, νιώθω το στομάχι μου να γίνεται κόμπος. Νιώθω το κεφάλι μου να καίει, και άρχισα νευρικά να σκουπίζω την κουζίνα χωρίς να μιλάω.

«Τι έπαθες?», μου λέει.

«Δεν μπορώ, όχι δεν το κάνω, άσε με ήσυχη, δεν κάνω τίποτα», του απαντάω, συνεχίζοντας να σκουπίζω ενώ δεν υπήρχε ίχνος σκόνης να σκουπίσω πια.

Με άφησε λίγο μόνη μου. Αφού ξαναπροσπάθησε να μου μιλήσει δυό-τρεις φορές χωρίς αποτέλεσμα, μετά από λίγο επανέρχεται και με ξαναρωτά: «Τι έγινε, πες μου». Κι εγώ τότε, κάθομαι σε μια καρέκλα, πιάνω το κεφάλι μου κι αρχίζω: «Ξέρω, έχω πρόβλημα. Δε θέλω να βγαίνω απ’ το πρόγραμμά μου. Τα είχα τόσο ωραία τακτοποιημένα όλα για σήμερα. Και έρχεσαι και μου λες ότι κάτι πρέπει να αλλάξει, και παθαίνω ντελίριο. Δε μπορώ, δε θέλω, θέλω την ηρεμία μου, την προβλεψιμότητά μου, δε θέλω απρόοπτα, δε θέλω έκτακτα. Αφήστε με στην ησυχία μου, σας παρακαλώ».

Κι αφού τα είπα αυτά, σε έντονο ύφος, περίμενα για λίγο.

Περίμενα την κριτική, την αντίδραση, την επίκριση, κάτι του στυλ «Μα πως κάνεις έτσι, δεν σου είπα δα να κάνεις και κάτι φοβερό, μισή ώρα υπόθεση είναι» κλπ κλπ κλπ.

Αντ’ αυτού όμως, έλαβα μια μικρή σιωπή.

Και μετά άκουσα μια φράση: «Το καταλαβαίνω. Σε καταλαβαίνω».

Και μετά είδα δυό χέρια να ανοίγουν, για να με πάρουν αγκαλιά.

Δίστασα λίγο, γιατί δεν είχα όρεξη για αγκαλιά εκείνη τη στιγμή, αλλά μετά χώθηκα μέσα στα χέρια αυτά.

Και μιλώντας παράλληλα, λέγοντας το παράπονό μου πάλι, που δεν μπορώ, που πιέζομαι, που τα κάνω λάθος, το ξέρω, αλλά αυτή τη στιγμή δεν μπορώ να κάνω αλλιώς, ήταν δυό χέρια τυλιγμένα γύρω μου και μια φωνή που μου ψιθύριζε: «Ναι, το ξέρω, έτσι είναι».

Και μετά κάτσαμε κάτω κ το συζητήσαμε, και όλα μπήκαν σε μια πιο ρεαλιστική βάση. Κατάλαβα ότι αυτό που μου ζήτησε ό άντρας μου έπρεπε να γίνει σήμερα, και είδα, με ηρεμία, ότι δεν άλλαζε και τόσο πολύ το πρόγραμμά μου τελικά.

Όλα αυτά τα παραπάνω έγιναν σε ένα χρονικό διάστημα 5-10 λεπτών, εν μέσω της πρωινής τρέλας του να ετοιμαστούμε για τη μέρα που είχε ήδη ξεκινήσει δυναμικά.

Ξέρω ότι έχω θέμα με τις λίστες μου και τα προγράμματά μου, και αν με βγάλεις απ’ αυτά ταράζομαι, όχι πάντα, αλλά ταράζομαι, και δεν μπορώ εύκολα να το διαχειριστώ.

Και με ζορίζει που αυτό είναι ένα κομμάτι μου που δεν μπορώ να “φτιάξω”. Είναι από τα δυσκολάκια μου.

Αλλά ξέρω κι απ’ την άλλη, πως τίποτα δε φτιάχνει από τη μια μέρα στην άλλη. Βασικά πιστεύω ότι τίποτα δε φτιάχνει βάσει προγράμματος  –ναι, το λέω εγώ, η ιέρεια του προγράμματος!

Το σώμα μου είναι καλά όχι όταν μετράω θερμίδες, αλλά όταν είμαι ήρεμη και ισορροπημένη.

Η δουλειά μου πάει καλά όχι όταν βάζω αυστηρά χρονοδιαγράμματα, αλλά όταν αφήνομαι στο βίωμα της κάθε εμπειρίας και της δίνω τον χρόνο και την προσοχή που χρειάζεται.

Η σχέση μου με το παιδί μου πάει καλά όταν δεν κοιτάζω ρολόγια και παίζω μαζί του γελώντας και χορεύοντας.

Η σχέση μου με τον άντρα μου ανθίζει όταν αφήνουμε τις προσδοκίες (μια μορφή ελέγχου, μια μορφή προγράμματος είναι κι αυτές), κι αποδεχόμαστε ο ένας τον άλλον όπως είναι την κάθε μικρή στιγμή της ζωής.

Κατανόηση και μια αγκαλιά με έκαναν σήμερα το πρωί να ηρεμήσω.

Γιατί ένιωσα αποδεκτή, ένιωσα ότι όλο αυτό που περνάω είναι οκ, ότι δε θα κριθώ γι’ αυτό, δε θα παραμεριστώ, δε θα μείνω μόνη.

Οι αλλαγές δεν έρχονται μέσα από την επίκριση.

Ποτέ κανείς δεν αδυνάτισε ακούγοντας: «Σταμάτα να τρως!»

Ποτέ κανείς δεν έπαψε να αγχώνεται στο άκουσμα της φράσης: «Μην αγχώνεσαι!»

Αν μας αποδεχτούν γι’ αυτό που είμαστε κάθε στιγμή, αν μας ανοίξουν την αγκαλιά τους οι άνθρωποι γύρω μας, και δε μας διώξουν με λόγια κοφτερά κι απότομα, τότε θα αρχίσουμε να αποδεχόμαστε κι εμείς τον εαυτό μας.

Και μόνο αν αποδεχτούμε όλα μας τα κομμάτια, τότε μπορεί να αρχίσει να έρχεται κι η αλλαγή.

Η αλλαγή, που δε σταματά ποτέ, γιατί ποτέ δε θα φτάσουμε σε κανένα ιδεατό σημείο.

Θα μπορούμε όμως να αγκαλιάζουμε τις πληγές μας, και να τις επουλώνουμε, μέχρι να ανοίξουν οι επόμενες.

Νέες πληγές δε θα πάψουν να ανοίγουν.

Αλλά αν έχουμε αγκαλιαστεί αρκετά, τότε θα έχουμε μάθει τον τρόπο, να τις κλείνουμε.

Οι δημόσιες υπηρεσίες, η Αποδοχή και…Καλές Γιορτές!

Την τελευταία εβδομάδα πριν από τα Χριστούγεννα, αυτή που διανύουμε τώρα δηλαδή, έχω πάντα πολλά τρεχάματα. Όχι πως δεν έχω τον άλλον καιρό, αλλά σ’ αυτή την εβδομάδα χώνω όσα περισσότερα μπορώ, για να ξεκουραστώ την επόμενη και για να ξεκινήσω τη νέα χρονιά με όσο λιγότερες υποχρεώσεις μπορώ.

Με αυτές τις ψευδαισθήσεις λοιπόν, ότι οι δουλειές αν τις στριμώξεις μειώνονται, κι ότι η νέα χρονιά θα είναι πιο ελαφριά, διανύω τη ζωή μου εδώ και μέρες, εδώ και χρόνια.

Οι δημόσιες υπηρεσίες, η Αποδοχή και…Καλές Γιορτές!

Τον τελευταίο μήνα μεταξύ άλλων, έχω καταταλαιπωρηθεί ξεροσταλιάζοντας σε δημόσιες υπηρεσίες για να διευθετήσω διάφορα θέματά μου. Και προχτές που επιτέλους ξεμπέρδεψα, χαρούμενη κάθομαι στον καναπέ κι εκεί που εξηγούσα στο Γιώργο με ενθουσιασμό ότι τα τέλειωσα και τι έκανα, μου επισημαίνει ένα λάθος.

Ένα λάθος που έκανα σε μία αίτηση.

Κι έτσι πρέπει να ξαναπάω. Δεν ξεμπέρδεψα τελικά.

Και μόλις το συνειδητοποιώ, μπήγω κάτι κλάματα…

Με πιάνει μια απελπισία, ένα παράπονο, γιατί δεν ήθελα να ξαναπάω, γιατί κουράστηκα, ήθελα να τελειώσω, όχι, δεν άντεχα άλλο.

Μάταια να προσπαθεί ο Γιώργος να με ηρεμήσει, εγώ εκεί, να τρέχουν τα δάκρυα βροχή.

Κι από τη μια εκεί που έκλαιγα σκεφτόμουν ότι είμαι υπερβολική, ότι οι δουλειές δεν τελειώνουν ποτέ και το ξέρω, ότι δε χρειάζεται να το παίρνω τόσο βαριά.

Κι απ’ την άλλη ένιωθα να θέλω να ανοίξει μια τρύπα και να με καταπιεί, και να μη βγω ποτέ πια ξανά στο φως, να ησυχάσω από όλα, να ηρεμήσω, να μείνω αθόρυβη κι ακίνητη.

Και μετά θύμωνα με τον εαυτό μου που μεγαλοποιώ τόσο ένα γεγονός σαν κι αυτό, έλεγα, εντάξει, θα ξαναπάς μια μέρα, όποτε μπορέσεις, να ακυρώσεις την αίτηση, δεν πειράζει, ας είναι από τη νέα χρονιά, δεν έγινε και τίποτα, κάτσε τώρα, πως κάνεις έτσι.

Αλλά βέβαια δεν ήταν μόνο αυτό. Ήταν κι όλα τα άλλα μαζί, οι ατέλειωτες καθημερινές λίστες με αυτά που πρέπει να γίνουν, που όλο μεγαλώνουν και ποτέ δε μικραίνουν, και η ανάγκη μου να τα ελέγχω όλα και να μην αφήνομαι, να ξεχάσω και κάτι βρε αδερφέ, έλεος, δε θα σε κακοχαρακτηρίσει κανείς.

Και μετά πάλι νευρίασα που έκανα το λάθος, που βιαστικά συμπλήρωσα την αίτηση κι έγραψα εκείνη τη λέξη. Βιαστικά, για να ξεμπερδεύω. Αλλά τι να λέμε…Αν δεν πάω να ζήσω στο βουνό, αποκομμένη απ’ όλους και απ’ όλα, δεν ξεμπερδεύεις ποτέ μ’ αυτά…

Κι εκεί που έκλαιγα, σκεφτόμουν ότι έχω και τα δώρα, πότε θα προλάβω να τα ετοιμάσω, κι είναι και η γιορτή του σχολείου που έχει τρέξιμο –είμαι και Πρόεδρος του ΔΣ πανάθεμά με-, κι απ’ το Γενάρη έχω και πολύ διάβασμα –καινούρια ξεκινήματα…-, και τι ρούχα να βάλω που είναι όλα άπλυτα και όπως έχω ξαναπεί δε μου χωράει ακόμα τίποτα απ’ τα παλιά, και με το μαγείρεμα τι θα γίνει? Ωχ και το Σούπερ Μάρκετ? Κι έχω να πάρω και δώρο για το πάρτυ…

Ε ναι, έκανα το κλασικό λάθος που κάνουμε όλοι μας, να τα σκέφτομαι όλα μαζί.

Τον τελευταίο χρόνο μου συνέβησαν τόσα πολλά. Ήταν αδιαμφισβήτητα η πιο σημαντική και δύσκολη χρονιά της ζωής μου. Κι έχω αλλάξει, το βλέπω, πολύ. Αλλά έχω ακόμα δρόμο.

Κι αυτός ο δρόμος έχει και πισωγυρίσματα, έχει και κλάματα, και απογοητεύσεις, και δεύτερες σκέψεις ,και τρικλοποδιές κι απ’ όλα.

Κι εκεί που νομίζεις ότι κάτι το ‘χεις λύσει, κι έχεις προχωρήσει μπροστά, νάτο τσουπ σου ξαναεμφανίζεται και σου χαλάει την εικόνα που είχες φτιάξει για τον εαυτό σου.

Αλλά η αλήθεια είναι, κάτι που το ξέρω καλά κι ας μην το καταφέρνω πάντα, πως ό,τι εικόνα κι αν έχουμε για τον εαυτό μας δεν είναι παρά μια ψευδαίσθηση.

Γιατί η μόνη αλήθεια που υπάρχει είναι το Τώρα, είναι η κάθε μικρή στιγμή της μέρας, και το πώς την αντιμετωπίζεις.

Και η μεγαλύτερη λέξη της χρονιάς που τελειώνει, είναι η Αποδοχή.

Αποδέχομαι τη στιγμή όπως είναι.

Αποδέχομαι τον εαυτό μου που έγραψε τη λάθος λέξη στην αίτηση.

Αποδέχομαι το κλάμα μου, τα στραβά μου και τα παράπονά μου.

Αποδέχομαι τη διαδρομή που επέλεξε να κάνει το γλυκό μου, το δεύτερό μου το παιδί.

Αποδέχομαι τον Χρήστο μου και τότε, μόνο τότε του επιτρέπω να υπάρχει.

Αποδέχομαι τον σύντροφό μου και τον αγκαλιάζω ακόμη και στις πιο σκοτεινές του στιγμές. Όπως κάνει και αυτός.

Αποδέχομαι, δεν κριτικάρω, δεν κοντράρω, κατανοώ, συμπαρίσταμαι, αγκαλιάζω τη Μαρία.

Που την κοιτάζω στον καθρέφτη και δεν την αναγνωρίζω πια.

Είναι μια καινούρια ύπαρξη, που τώρα αρχίζω να την μαθαίνω.

Και ναι, έχω πολύ δρόμο ακόμα.

Αλλά κι αυτόν τον αποδέχομαι, ό,τι κι αν φέρει.

Προσμένω με χαρά τα Χριστούγεννα, που θα με ενώσουν με αγαπημένα πρόσωπα, και που για λίγες μέρες θα με απαλλάξουν από τις λίστες μου.

Προσμένω και αποδέχομαι το σώμα μου, τον πόνο μου, και καμαρώνω τη χαρά, τη δύναμη και τις ευαισθησίες μου.

Θα ξαναπάω στην υπηρεσία, κι ό,τι γίνει. Θα προσπαθήσω να διορθώσω το λάθος, θα πάρω κι έναν χριστουγεννιάτικο καφέ στο χέρι, κι αν δεν ξεμπερδέψω κι αυτή τη φορά, ο νέος  χρόνος έχει κοτζάμ 365 μέρες… και μέσα σ’ αυτές χωράνε και υπηρεσίες, και πλυντήρια, και γέλια, και εκδρομές, και χουζουρέματα, και δύσκολα πρωινά ξυπνήματα, και κρασιά, και αγκαλιές, και τραγούδια κι απ’ όλα…

Όμως τώρα είναι Χριστούγεννα.

Ώρα να χαλαρώσεις και να απολαύσεις Μαρία… Το αξίζεις αυτή τη χρονιά, περισσότερο από ποτέ.

Καλές και Χαρούμενες Γιορτές να ‘χουμε, όλοι!